Ελληνική Ζωγραφική, 18ος - 19ος αιώνας, 1994

Ελληνική Ζωγραφική 18ος – 19ος αιώνας
Εγκαίνια: 28 Μαΐου 1994, 20:00
Δημοτική Πινακοθήκη Λ. Κανακάκις


Ένα σημαντικό καλλιτεχνικό γεγονός για την πόλη του Ρεθύμνου ήταν η έκθεση των Επτανησίων ζωγράφων που εγκαινιάστηκε στις 28 Μαΐου 1994, στη Δημοτική Πινακοθήκη Λ. Κανακάκις (σημερινό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης).

Τα έργα προέρχονταν από τις συλλογές Κουτλίδη και Εθνικής Πινακοθήκης και παρουσιάζονταν σε έκθεση, εκτός Αθηνών, μετά από πολλά χρόνια.

Κατά τη διάρκεια των εγκαινίων ο ιστορικός τέχνης κ. Μάνος Στεφανίδης, ξενάγησε το κοινό στις μορφές των ευγενών και ποπολάρων των Επτανησίων ζωγράφων, στα τοπία της Ιταλίας και της Κέρκυρας, στα φωτεινά έργα του Παρθένη.




“Στην επιλογή των έργων καταβλήθηκε προσπάθεια να παρουσιαστεί εν συνθέσει η ιδιοτυπία της “Επτανησιακής Σχολής” μέσα από την ιδιαιτερότητα των κοινωνικοπολιτικών συνθηκών, που ίσχυαν στην ευρύτερη περιοχή του Ιονίου, για περισσότερο από τέσσερις αιώνες.
Η τέχνη των Επτανήσων και οι ποικιλώνυμες εκφράσεις της καθορίζονται δραματικά από μια δίνη γεγονότων, που εντέλει φέρνουν τα νησιά πολύ κοντά στη Δύση, ώστε να δημιουργηθεί ένα αληθινό προγεφύρωμα ανάμεσα στην πεφωτισμένη Ευρώπη και την αιμάσσουσα Ανατολή.
Η τέχνη των Επτανήσων παρουσιάζεται ως ένα αμάγαλμα, που μορφοποιείται grosso modo, στη διάρκεια τριών αιώνων και που συνίσταται από μεταβυζαντινές επιρροές –κυρίως της κρητικής σχολής- από την καταλυτική επαφή με τον κόσμο της ύστερης αναγέννησης και του Μπαρόκ, από τις δημιουργικές ιδέες του διαφωτισμού αλλά και από τα ταξικό status που επέβαλαν οι λογής επικυρίαρχοι των νησιών.
Πρόκειται για μία τέχνη που αγκαλιάζει τη γλώσσα, τη μουσική, τις εικαστικές εφαρμογές, την αρχιτεκτονική, το θέατρο. Μια τέχνη που χωρίς να είναι λαϊκή, εν τούτοις εκφράζει και απηχεί τους ευάριθμους ευγενείς όσο και τους καταπιεσμένους ποπολάρους”.
Στη σχετική μελέτη του για τους Επτανησιακούς ζωγράφους, ο έφορος της Εθνικής Πινακοθήκης κ. Μάνος Στεφανίδης, από όπου και είναι δανεισμένα τα παραπάνω στοιχεία, αναφέρει ακόμα:
Μιλώντας πιο ειδικά για τη ζωγραφική στα Επτάνησα θα πρέπει να σταθούμε στην καθοριστική παρουσία εκεί του Μόσχου, των Δοξαράδων και του Ιερώνυμου Πλακωτού γύρω στο 1700.
Είναι εντυπωσιακή, πραγματικά, η μετάβαση από τη φορμαλιστική βυζαντινή μανιέρα στη νέα αντίληψη της τρισδιάστατης απεικόνισης με τον πλούτο των εκφραστικών δυνατοτήτων και των συνθετικών παραλλαγών.
Στα Επτάνησα μοιάζει να συνεχίζεται έστω και με δυσκολίες, η εξέλιξη πλαστικής σκέψης που είναι κοινός τόπος με την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά απαγορευμένη στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Επίσης, είναι χαρακτηριστική η σύγχυση πληροφοριών αλλά και οι ελλιπείς ταυτίσεις που εντοπίζονται στα έργα αυτής της περιόδου.

Και η Χαρά Καππά γράφει για την έκθεση αυτή:
“Αν η τέχνη των Επτανησίων αποτελεί “ένα κλειστό φαινομενο που αφορά μόνα τα Επτάνησα” κατά την έκφραση του Λυδάκη, η έκθεση αυτή φιλοδοξεί να ξετυλίξει ένα μικρό πανόραμα αυτού του φαινομένου από την αφετηρία του μέχρι την εκπνοή του.
Οι Επτανήσιοι καλλιτέχνες καλλιέργησαν και αντέταξαν τη δική τους άποψη για την τέχνη, το καλλιτεχνικό στυλ και τη λειτουργία του, άποψη που περιστράφηκε λιγότερο ή περισσότερο –γύρω από ένα σταθερό σημείο αναφοράς: την ιταλική αναγεννησιακή τέχνη και παράδοση.
Ωστόσο, ανεξάρτητα από την αυτόνομη πορεία της η τέχνη των Επτανήσων δεν παύει να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της νεότερης ελληνικής τέχνης γενικότερα.
Επομένως, δικαιούται την τοποθέτησή της –μέσα ή και απέναντι- αλλά οπωσδήποτε σε σχέση μ’ αυτήν”.

Τα παραπάνω δημοσιεύτηκαν την ημέρα των εγκαινίων της έκθεσης στην Εφημερίδα Ρεθεμνιώτικα Νέα.


Η διάρκεια της έκθεσης στο Ρέθυμνο ήταν έως τον Σεπτέμβριο 1994.